Κυριακή 27 Νοεμβρίου 2011

ΤΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ ΤΟΥ ΚΑΚΟΥ

Στη εργασία του πάνω στη φιλοσοφία της επιστήμης, ο Karl Popper πρότεινε ότι "αυτό που διακρίνει την επιστήμη είναι πως οι υποθέσεις της μπορούν να διαψευστούν". Αυτό είναι γνωστό ως κριτήριο διαχωρισμού του επιστημονικού από το μη επιστημονικό, και έχει μεγάλη επίδραση στη ιδέα του τι κάνουν οι Φυσικοί. Σε ένα εργαστήριο, ακούει κάποιος σε συζητήσεις στους διαδρόμους: «Είναι αυτό διαψεύσιμο?». Ενώ μια μη επιστημονική θεωρία δεν έχει τη δυνατότητα να διαψευστεί. Για τον Karl Popper, η επαληθευσιμότητα μιας πρότασης δεν είναι ασφαλές κριτήριο για την ισχύ μιας θεωρίας. Μια εμπειρική παρατήρηση μπορεί να επαληθεύει μια θεωρητική πρόταση, ο έλεγχος διάψευσης της είναι το ασφαλές κριτήριο για την ισχύ της. Οσο περισσότερο αντέχει στη διάψευση, τόσο περισσότερο προσεγγίζει την αλήθεια. Παράδειγμα θεωρίας που αντέχει στη διάψευση είναι η θεωρία της σχετικότητας
Μια ρωγμή στη ισχύ της πρότασης της θεωρίας της σχετικότητας ότι η ταχύτητα του φωτός είναι η μέγιστη ταχύτητα στη φύση, δημιουργήθηκε με την πρόσφατη πειραματική υποψία ότι τα νετρίνα έχουν ταχύτητα μεγαλύτερη από τη ταχύτητα του φωτός. Μια μεταφυσική πρόταση σύμφωνα με το κριτήριο της διαψευσιμότητας του Popper δεν είναι επιστημονική, διότι δεν υπάρχει δυνατότητα ελέγχου και διάψευσης. Παράδειγμα η ύπαρξη της μετά θάνατον ζωής.
Η κοινότητα των φιλοσόφων έχει απορρίψει σε μεγάλο βαθμό τις ιδέες του Popper. Η κύρια κριτική είναι γνωστή ως Duhem-Quine Thesis:Είναι αδύνατον να ελέγξουμε μια επιστημονική θεωρία μεμωνομένα ,διότι ο πειραματικός έλεγχος απαιτεί μια ή και περισσότερες υποθέσεις σαν υπόβαθρο.
Να δούμε πως αυτό εργάζεται ή δεν εργάζεται σε ένα παράδειγμα από τη κλασσική θεολογία.
Παρακάτω, έχουμε μια δήλωση από το πρόβλημα του κακού:

Είναι ο Θεός πρόθυμος να αποτρέψει το κακό, αλλά δεν μπορεί;
Τότε δεν είναι παντοδύναμος.
Είναι ικανός, αλλά δεν το επιθυμεί;
Τότε είναι κακόβουλος.
Είναι και ικανός και το επιθυμεί;
Τότε από πού προέρχεται το κακό;
Δεν είναι ικανός , ούτε πρόθυμος;
Τότε γιατί τον αποκαλούμε Θεό;

Η δήλωση του προβλήματος αποδίδεται στον Επίκουρο, ίσχυε πριν τον Χριστιανισμό. Με τα κριτήρια διαχωρισμού του Popper αυτό θα ήταν μια επιστημονική υπόθεση. Εάν αποδεχτούμε την υπόθεση ότι υπάρχει ένας παντοδύναμος και πανάγαθος Θεός, τότε υπάρχει η διαψεύσιμη πρόβλεψη ότι το κακό δεν υπάρχει. Σε πρώτη ματιά, μοιάζει η υπόθεση να έχει διαψευστεί και ο Θεός δεν μπορεί να είναι συγχρόνως παντοδύναμος και πανάγαθος. Αλλά η άποψη Duhem-Quine απορρίπτει αυτή τη διάψευση. Μια από τις πολλές τοποθετήσεις στο πρόβλημα του κακού προέρχεται από το Gottfried Leibniz (1646-1716). Αυτός είναι ο αντίπαλος του Newton σχετικά με την προτεραιότητα της ανακάλυψης από το λογισμό. Στην εποχή του δεν υπήρχε διαχωρισμός επιστήμης και θρησκείας.Στη φιλοσοφία, ο Leibniz είναι κυρίως γνωστός για την αισιοδοξία του, υποστήριξε ότι κατά τη στιγμή της δημιουργίας, ο Θεός είχε να επιλέξει από πολλούς δυνατούς κόσμους. Ο Θεός, με την απέραντη σοφία του, αναγκαστικά επέλεξε να δημιουργήσει το καλύτερο όλων των δυνατών κόσμων.
Ο Leibniz, δήλωσε ότι οι άνθρωποι έχουν δει μόνο ένα πολύ μικρό μέρος του συνόλου της ύπαρξης. Στη θεολογία του,oι ψυχές υπάρχουν για πάντα και έτσι θα ήταν πρόωρο να κρίνουμε αν αυτός είναι ο καλύτερος δυνατός κόσμος, δεδομένου ότι έχουμε δει ένα τόσο μικρό ποσοστό του. Επικεντρώθηκε στην ερώτηση «το κακό από πού προέρχεται?" που είναι μία από τις υποθέσεις υπόβαθρο και όχι στις βασικές υποθέσεις της παντοδυναμίας και παναγαθότητας του Θεού. Σύμφωνα με τον Leibniz, ο λόγος που δεν καταλαβαίνουμε, από πού προέρχεται το κακό οφείλεται στην περιορισμένη γνώση και κατανόηση μας. Μόλις έχουμε μια καλύτερη κατανόηση, κατά πάσα πιθανότητα στη μετά θάνατον ζωή, θα δούμε από πού προέρχεται το κακό, ή την εμφάνιση του κακού. Σε αυτή τη προσέγγιση χρησιμοποιείται η άποψη Duhem-Quine για να απορρίψει τη διάψευση.Αν γίνει δεκτό το επιχείρημα του,τότε αποφεύγεται η διαψευσιμότητα της πρότασης.
Ενώ η αρχική πρόταση συναντα το κριτήριο διαχωρισμού της επιστήμης του Popper ,ο Leibniz έχει αφαιρέσει κάθε δυνατότητα διάψευσης .Όποιο αποτέλεσμα θα συνάδει με τη περιορισμένη αντίληψη μας για τον κόσμο και το πρόβλημα του κακού έχει αφαιρεθεί από την επιστήμη στη σφαίρα της θεολογίας και φιλοσοφίας. Εκεί ίσως που πρέπει να είναι.
Οι Φυσικοί ίσως σκεφτούν ότι αυτό είναι πρόβλημα για τη Θεολογία.
Υπάρχουν προβλήματα και στη φυσική που παρατηρούμε ότι μπορεί να αποφευχθεί η διαψευσιμότητα , αλλά με τίμημα τη μετάβαση από την επιστήμη στη μεταφυσική.
   
Στην εικόνα ο Gottfried Wilhelm Leibniz,Γερμανός μαθηματικός και φιλόσοφος

Τρίτη 8 Νοεμβρίου 2011

Thomas Kuhn : Η θεωρία των παραδειγμάτων(paradigm shift)





Μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο η θεωρία της σχετικότητας και η κβαντομηχανική, κλονίζουν τις μέχρι τότε παραδοχές της κλασικής φυσικής και ειδικότερα τις αντιλήψεις αναφορικά με την αιτιότητα και την προβλεψιμότητα των βασικών συστατικών της ύλης.
Ο κλονισμός των αιτιοκρατικών αντιλήψεων στη φυσική και τις θετικές επιστήμες διαχέεται και στις θεωρητικές επιστήμες και κυρίως στη φιλοσοφία. Οι επιστήμονες αρχίζουν να απομακρύνονται από το θετικιστικό μοντέλο, το οποίο συναρτά μια θεωρητική γενίκευση μόνο από το εμπειρικό της υπόβαθρο . Όλο και περισσότερο πείθονται ότι το νόημα και η επαληθευσιμότητα μιας θεωρητικής πρότασης δεν μπορεί να είναι αποτέλεσμα πρωτογενούς εμπειρικής έρευνας, και με την έννοια αυτή η επαγωγική μέθοδος τίθεται σε αμφισβήτηση. Αντίθετα, μπορεί να υπάρχουν παραδοχές, οι οποίες δεν μπορούν να συσχετισθούν με τα αισθητηριακά δεδομένα.
Το αίτημα για πλήρη ανατροπή των στερεοτύπων σε κάθε μορφή επιστημονικής σκέψης εκφράζουν οι θεωρίες του Thomas Kuhn στη δεκαετία του 1960. Ο Kuhn αντιλαμβάνεται την επιστήμη ως ιστορικό φαινόμενο, δηλαδή ως φαινόμενο άμεσα συναρτημένο με την κοινωνική – πολιτισμική πραγματικότητα και την ορίζει ως "συστηματική οργάνωση μιας πολιτισμικής δραστηριότητας με τα δικά της αξιολογικά πρότυπα, παιδευτικές προδιαγραφές και δεοντολογία διαπροσωπικών σχέσεων" . Η επιστήμη είναι τρόποι με τους οποίους η επιστημονική κοινότητα προσεγγίζει την πραγματικότητα, είναι παραδείγματα(paradigm), δηλαδή συμπλέγματα ερμηνευτικών προσεγγίσεων, τρόποι θέασης του κόσμου, τα οποία είναι διαποτισμένα από το πνεύμα της εποχής. Κάθε εποχή έχει μια συγκεκριμένη μορφή επιστήμης, εκείνη που είναι συμβατή με συγκεκριμένες κοσμοαντιλήψεις της συγκεκριμένης ιστορικής στιγμής και της συγκεκριμένης κοινωνίας ή κοινωνιών.
Ο Kuhn θεωρεί ότι κάθε επιστημονικό παράδειγμα είναι εξ ορισμού συντηρητικό, με την έννοια ότι "προσπαθεί να διατηρήσει τα γνωσιολογικά και θεσμικά πρότυπα που το χαρακτηρίζουν, ενσταλάζοντας τις ερμηνευτικές μεθόδους που το ευνοούν και εκπαιδεύοντας διανοητές και ερευνητές που θα προσανατολίσουν και στο μέλλον την εμπειρική μελέτη της φύσης προς προεπιλεγμένες κατευθύνσεις" . Ο νέος επιστήμονας αντιλαμβάνεται και αποδέχεται αυτές τις παραδοχές ωσάν να ήταν αυταπόδεικτες αλήθειες, οι οποίες -φυσικά- δεν πρέπει να αμφισβητηθούν.
Το ίδιο το παράδειγμα ως τρόπος θέασης της πραγματικότητας, έχει ως στόχο – όπως και κάθε φυσικό ον – την αυτοσυντήρησή του. Απαραίτητη προϋπόθεση γι΄ αυτό είναι να δοθεί αυτός ο τρόπος θέασης ως αληθής και να επιτευχθεί ευρύτερη πολιτιστική συναίνεση, ώστε αυτό το πολιτιστικό μόρφωμα να μην ανατραπεί. Η συναίνεση αυτή κρυσταλλώνεται και στο πλαίσιο της επιστημονικής κοινότητας. Ένας ολόκληρος μηχανισμός παραγωγής και διάδοσης της γνώσης (πανεπιστήμια, ερευνητικά κέντρα, επιστημονικά περιοδικά και συνέδρια) φροντίζει να διαχειριστεί αυτό το συγκεκριμένο πολιτιστικό μόρφωμα με τα πλέον προηγμένα λογικά και πειραματικά μέσα και να το εδραιώσει. Ο Kuhn θεωρεί πως στο πλαίσιο αυτό ό,τι κάθε φορά επικυρώνεται και διαδίδεται ως αλήθεια εξαρτάται από τους κατόχους της κοινωνικής εξουσίας (με την ευρύτερη έννοια), μέρος της οποίας αποτελούν και οι διευθύνοντες των εκπαιδευτικών οργανισμών και θεσμών 
Αυτή η κατάσταση αντιστοιχεί κατά τον Kuhn σε μια περίοδο επιστημονικού εφησυχασμού, την οποία αποκαλεί "κανονική επιστήμη". Πρόκειται για περίοδο όπου οι επιστήμονες προσπαθούν να επιβεβαιώσουν με τη μεγαλύτερη δυνατή ακρίβεια τις βασικές παραδοχές του παραδείγματος και σημειώνεται σημαντική ανέλιξη των φυσικών γνώσεων. Σε αυτή τους την προσπάθεια οι επιστήμονες προσκρούουν σε καταστάσεις, τις οποίες το παράδειγμα δεν είχε προβλέψει. Τα ερευνητικά δηλαδή δεδομένα έρχονται σε αντίφαση με τις προσδοκίες του θεωρητικού μοντέλου. Στις περιπτώσεις αυτές δημιουργείται "ουσιώδης ένταση" στην επιστημονική δραστηριότητα και φέρνει την επιστημονική σκέψη σε αντίθεση με αιώνιες πίστεις και παραδοχές, οι οποίες αποτελούν τροχοπέδη για μια νέα σύλληψη της πραγματικότητας.
Η αντίφαση αυτή δεν οδηγεί αυτομάτως σε αμφισβήτηση του κατεστημένου παραδείγματος, αλλά γίνεται αντιληπτή περισσότερο ως μια προσωρινή αντιξοότητα, η οποία θα αντιμετωπισθεί στο άμεσο μέλλον. Όμως η συσσώρευση με τον καιρό αρκετών τέτοιων περιπτώσεων οδηγεί στη δημιουργία ενός κλίματος δυσπιστίας και αμφισβήτησης βασικών πτυχών του παραδείγματος και όλο και περισσότεροι επιστήμονες τολμούν να λειτουργήσουν εκτός των ορίων του παραδείγματος και να χρησιμοποιήσουν ανατρεπτικές υποθέσεις και μεθοδολογικά εργαλεία. Στη φάση αυτή πρόκειται για κρίση της κανονικής επιστήμης.
Κατά τον Kuhn, η κρίση αυτή μπορεί να παραλληλιστεί με πολιτική κρίση, η οποία προηγείται της ανατροπής πολιτικών-κοινωνικών συστημάτων. Στην ανατροπή του πολιτικού κοινωνικού συστήματος απαραίτητη είναι η γενική κοινωνική δυσαρέσκεια και αναταραχή ως συνέπεια αμφισβήτησης βασικών στοιχείων του συστήματος, καθώς και μια εναλλακτική πρόταση μαζί με μια νέα ηγετική ομάδα που θα αναλάβει την εφαρμογή αυτής της νέας πρότασης.
Στην επιστήμη -κατά όμοιο τρόπο – δύο είναι οι προϋποθέσεις για να ανατραπεί το παλιό παράδειγμα : α) να υπάρχει ένας σημαντικός αριθμός ερευνητικών δεδομένων που αμφισβητεί τον πυρήνα αυτού του παραδείγματος και κάνει ανέφικτη την επιστροφή σε αυτό, και β) να έχει ήδη διατυπωθεί ένα εναλλακτικό παράδειγμα και να υπάρχει διαθέσιμη μια μάζα νέων ερευνητών που θα διεκδικούν την εξουσία στην επιστημονική κοινότητα.
Όμως η συμβατική επιστήμη δεν παραδίδεται αμαχητί, με συνέπεια να δημιουργούνται μέσα στην επιστημονική κοινότητα αντίπαλα στρατόπεδα, των οποίων η σύγκρουση είναι αναπόφευκτη. Πρόκειται για τον πόλεμο των παραδειγμάτων, ο οποίος λήγει με την επικράτηση εκείνου, το οποίο σε μια δεδομένη ιστορική στιγμή μπορεί να προσφέρει εξηγήσεις για τα φαινόμενα πιο ριζοσπαστικές και περιεκτικές από εκείνες των αντιπάλων του.
Τέτοιες καταστάσεις ανατροπής των ιδεών μας για τον κόσμο θα μπορούσαν κατά τον Kuhn να αποτελούν "επαναστάσεις". Μετά από μια νικηφόρα επανάσταση, το νέο παράδειγμα οργανώνεται και αυτό όπως και το απερχόμενο ως σύστημα εξουσίας και συμπεριφέρεται με όμοιο τρόπο με τελικό στόχο την εδραίωσή του. Όμως η "ουσιώδης ένταση" υποβόσκει στην καρδιά του επιστημονικού γίγνεσθαι προετοιμάζοντας την επόμενη επανάσταση. Μετά από μια επιστημονική επανάσταση αλλάζουν τα ίδια τα δεδομένα και οι επιστήμονες είναι σαν να δουλεύουν σε έναν νέο κόσμο 


Ο Thomas Kuhn (1922-1996) εισήγαγε τον όρο paradigm shift (αλλαγή παραδείγματος) .Paradigm είναι μια επιστημονική θεωρία.

Παρασκευή 4 Νοεμβρίου 2011

ΚΥΡΙΑΡΧΗ ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ


Κατ’ αρχήν ένας ορισμός: ιδεολογία είναι ο τρόπος με τον οποίο αντιλαμβάνεται ένα άτομο τον κόσμο που ζει. Η κυρίαρχη ιδεολογία, δηλαδή η ιδεολογία που πλειοψηφεί, είναι μια κατασκευή, δεν φυτρώνει στα μυαλά των ανθρώπων από μόνη της. Μέσω του εκπαιδευτικού συστήματος, των ΜΜΕ, μορφών μαζικής κουλτούρας όπως ο κινηματογράφος κ.λπ., η πλειοψηφία των ατόμων αποκτούν μια ορισμένη πεποίθηση για το πώς λειτουργεί ο κόσμος. Η πεποίθηση αυτή αντιστοιχεί στα συμφέροντα των κυρίαρχων τάξεων. Δηλαδή η κυρίαρχη ιδεολογία έρχεται να επιβεβαιώσει στα μυαλά των ανθρώπων ως «αυτονόητες αλήθειες» τις προϋποθέσεις της οικονομικής και πολιτικής κυριαρχίας της άρχουσας τάξης.
Όπως γράφουν οι Μαρξ και Ένγκελς:
«Οι ιδέες της κυρίαρχης τάξης είναι σε κάθε εποχή οι κυρίαρχες ιδέες. Με άλλα λόγια, η τάξη που είναι κυρίαρχη υλική δύναμη της κοινωνίας, είναι ταυτόχρονα η κυρίαρχη πνευματική της δύναμη. Η τάξη που έχει στη διάθεσή της τα μέσα της υλικής παραγωγής, διαθέτει ταυτόχρονα τα μέσα της πνευματικής παραγωγής, έτσι ώστε, μιλώντας γενικά, οι ιδέες αυτών που δεν έχουν τα μέσα της πνευματικής παραγωγής υποτάσσονται σ’ αυτά. Οι κυρίαρχες ιδέες δεν είναι τίποτε άλλο από την ιδεατή έκφραση των κυρίαρχων υλικών σχέσεων, είναι οι κυρίαρχες υλικές σχέσεις που συλλαμβάνονται σαν ιδέες, άρα είναι η έκφραση των σχέσεων που κάνουν μια τάξη κυρίαρχη, επομένως οι ιδέες της κυριαρχίας της».

H γυναικεία πολιτοφυλακή στη σημερινή Κίνα προστάτης της κυρίαρχης Ιδεολογίας και του λαού της Κίνας.
Πληθυσμός Ηνωμένων Πολιτειών 298. 444.215
Γυναικείος Κινεζικός Στρατός    324.701.244

ΚΙΝΕΖΙΚΟ ΜΟΝΤΕΛΟ
Φωνή εκφωνητή.

""""""Πόσο πιστές στο καθήκον  είναι οι θυγατέρες του Κινεζικού λαού απαρνιούνται τη μόδα για χάρη της στολής .
Αυτή η στολή που δημιουργήθηκε για τη γυναικεία πολιτοφυλακή είναι το λαμπρό φως της Παρέλασης.
Ανάμεσα στις παρελαύνουσες είναι δημόσιοι υπάλληλοι,επιχειρηματίες,φοιτητές ,νέες από κάθε κομμάτι της κοινωνίας.
Η  έντονη ενέργεια τους,είναι η βιτρίνα  του λαμπρού μεγαλείου της πολιτοφυλακής.
Με τα φλογερά τους νιάτα ,δείχνουν  την αγάπη τους και τη πίστη τους  στη πατρίδα.""""""""